θην

θην
θήν (Α)
(επικ. και δωρ. εγκλιτ. μόριο, σπάν. στους τραγ.)
1. (συν. ειρων.) τώρα βεβαίως, τώρα δα λοιπόν («λείψετέ θην νέας» — ώστε τώρα λοιπόν θ' αφήσετε τα πλοία, Ομ. Ιλ.)
2. (με επίταση) φρ. α) «ἧ θην» — πολύ αληθινά, κατ' αλήθειαν
β) «οὔ θην» — βεβαίως όχι
γ) «καὶ γάρ θην» — και βέβαια
δ) «οὔ θην δή» — και βέβαια όχι.
[ΕΤΥΜΟΛ. Άγνωστης ετυμολογίας. Εικάζεται ότι συγγενεύει με το αλβ. dot «καθόλου», οπότε θα μπορούσε να αναχθεί στην ΙΕ ρ. *dhē- τού τίθημι μέσω ενός αμάρτυρου *θη «πράξη»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • θήν — θην , θήν epic (enclitic indeclform particle) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θην — θήν epic (enclitic indeclform particle) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ου θην — οὔ θην, οὔ θην δή (Α) επίρρ. (ποιητ. τ.) βεβαίως όχι. [ΕΤΥΜΟΛ. < οὐ (Ι) + μόριο θήν «τώρα, βεβαίως»] …   Dictionary of Greek

  • ἠράθην — ἠρά̱θην , ἀρέομαι aor ind mp 3rd pl (attic epic doric ionic aeolic) ἠρά̱θην , ἀρέομαι aor ind mp 1st sg (attic epic ionic) ἠρά̱θην , ἐράομαι love aor ind mp 3rd pl (attic epic doric aeolic) ἠρά̱θην , ἐράομαι love aor ind mp 1st sg (attic) ἠρά̱θην …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐράθην — ἐρά̱θην , ἐράομαι love aor ind mp 3rd pl (attic epic doric aeolic) ἐρά̱θην , ἐράομαι love aor ind mp 1st sg (attic) ἐρά̱θην , ἐράομαι love aor ind mp 3rd pl (epic doric aeolic) ἐρά̱θην , ἐράομαι love aor ind mp 1st sg (doric aeolic) ἐρά̱θην ,… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἠνιάθην — ἠνιά̱θην , ἀνιάομαι cure again aor ind mp 3rd pl (attic epic doric ionic aeolic) ἠνιά̱θην , ἀνιάομαι cure again aor ind mp 1st sg (attic epic doric ionic) ἠνῑά̱θην , ἀνιάομαι cure again aor ind mp 3rd pl (epic doric aeolic) ἠνῑά̱θην , ἀνιάομαι… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ευθενώ — εὐθενῶ, έω (Α) είμαι σε καλή κατάσταση, ακμάζω (α. «μῆλα... εὐθενοῡντα», Αισχύλ. β. «τοὺς στρατιώτας εὐθενεῑν», Δημοσθ. γ. «μή τιν᾿ οἶκον εὐθενεῑν», Αισχύλ. δ. «εὐθενούντων τῶν πραγμάτων», Δημοσθ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + ρίζα θεν ή θην (παράλληλος… …   Dictionary of Greek

  • κρίθην — κρί̆θην , κρίνω separate aor ind pass 3rd pl (epic doric aeolic) κρί̆θην , κρίνω separate aor ind pass 1st sg (homeric ionic) κρί̱θην , κριθάω to be barley fed imperf ind act 3rd pl (epic doric aeolic) κρί̱θην , κριθάω to be barley fed imperf ind …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κἀξεπειράθην — ἐξεπειρά̱θην , ἐκπειράομαι make trial of aor ind pass 3rd pl (attic epic doric aeolic) ἐξεπειρά̱θην , ἐκπειράομαι make trial of aor ind pass 1st sg (attic) ἐξεπειρά̱θην , ἐκπειράομαι make trial of aor ind pass 3rd pl (epic doric aeolic)… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνεκράθην — συνεκρά̱θην , συγκεράννυμι mix aor ind pass 3rd pl (epic doric aeolic) συνεκρά̱θην , συγκεράννυμι mix aor ind pass 1st sg (epic doric aeolic) συνεκρά̱θην , συνεκρέω flow aor ind pass 3rd pl (attic epic doric aeolic) συνεκρά̱θην , συνεκρέω flow… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”